Γέλως ἄκαιρος κλαυθμάτων παραίτιος → Grave est malum homini risus haud in tempus → Zur falschen Zeit gelacht, hat Tränen schon gebracht
subs.
Offspring: P. and V. ἔκγονος, ὁ or ἡ, Ar. and V. ἔρνος, τό, V. θάλος, τὸ, βλάστημα, τό, φυτόν, τό, ῥίζωμα, τό, φίτυμα, τό; see child.