καὶ ὑποθέμενος κατὰ τῆς κεφαλῆς φέρειν τὰς πληγάς, ὡς ἐν ἐκείνῃ τοῦ τε κακοῦ τοῦ πρὸς ἀνθρώπους → and having instructed them to bring their blows against the head, seeing that the harm to humans ... (Josephus, Antiquities of the Jews 1.50)
Full diacritics: χέρνα | Medium diacritics: χέρνα | Low diacritics: χέρνα | Capitals: ΧΕΡΝΑ |
Transliteration A: chérna | Transliteration B: cherna | Transliteration C: cherna | Beta Code: xe/rna |
ἡ,
A poverty, Hsch.; also χέρνη, ἡ, Sch.Orib.inc.22(6).13.
[Seite 1350] ἡ, die Armuth, Hesych., der davon χερνής ableitet.
και χέρνη, ἡ, Α
πενία, φτώχεια.
[ΕΤΥΜΟΛ. Τ. επινοημένος από τους γραμματικούς για να διευκολυνθεί η ετυμολόγηση της λ. χερνής].