εἰσαποστέλλω
From LSJ
αὐτῇ τῇ ψυχῇ αὐτὴν τὴν ψυχὴν θεωροῦντα ἐξαίφνης ἀποθανόντος ἑκάστου → beholding with very soul the very soul of each immediately upon his death
English (LSJ)
A send in or to, PPetr.3p.113 (dub.), Ant.Lib.41.2.
German (Pape)
[Seite 740] ab- u. hineinschicken, τινὶ ἄνδρα, Anton. Lib. 41.
Greek (Liddell-Scott)
εἰσαποστέλλω: μέλλ. -ελῶ, ἀποστέλλω εἰς... Ἀντων. Λιβερ. 41.
Spanish (DGE)
enviar c. ac. de pers. Κάσσανδρον εἰς Μαρώνειαν Plb.22.13.4 (cód.), Πρόκριδι εἰσαπέστελλεν ἄνδρα οἰκιήτην Ant.Lib.41.2, Ἑλένην E.Or.argumen.6 (cód.), c. ac. de cosa τὸ κολόβιον PRein.118.10 (II d.C.).