δεκαπλασιάζω

From LSJ
Revision as of 07:03, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (8)

Κύριε, βοήθησον τὸν δοῦλον σου Νῖλον κτλ. → Lord, help your slave Nilos ... (mosaic inscription from 4th-cent. church in the Negev)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δεκᾰπλᾰσιάζω Medium diacritics: δεκαπλασιάζω Low diacritics: δεκαπλασιάζω Capitals: ΔΕΚΑΠΛΑΣΙΑΖΩ
Transliteration A: dekaplasiázō Transliteration B: dekaplasiazō Transliteration C: dekaplasiazo Beta Code: dekaplasia/zw

English (LSJ)

   A multiply by ten, LXXBa.4.28, Ph.1.462.

German (Pape)

[Seite 542] verzehnfachen, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

δεκαπλασιάζω: μέλλ. -άσω, πολλαπλασιάζω ἐπὶ δέκα, Φιλω. 1. 462.

Spanish (DGE)

multiplicar por diez, decuplicar δεκαπλασιάσατε ... ζητῆσαι αὐτόν haced un esfuerzo diez veces redoblado para buscarlo (a Dios), LXX Ba.4.28, τὰ ὀγδοήκοντα Iren.Lugd.Haer.1.15.2, cf. Gr.Nyss.Hom.in Cant.465.4, 463.1.

Greek Monolingual

(AM δεκαπλασιάζω)
δεκαπλάσιος
πολλαπλασιάζω κάτι επί δέκα, κάνω κάτι δέκα φορές μεγαλύτερο ή περισσότερο
νεοελλ.
κάνω κάτι πολύ μεγαλύτερο, το αυξάνω πάρα πολύ.