συνδιαρράπτω

From LSJ
Revision as of 12:39, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (39)

Σοφῷ παρ' ἀνδρὶ (Σοφοῦ παρ' ἀνδρὸς) πρῶτος εὑρέθη λόγος → Apud sapientem inventa est ratio primitus → Bei einem weisen Mann fand man zuerst Vernunft

Menander, Monostichoi, 487
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνδιαρράπτω Medium diacritics: συνδιαρράπτω Low diacritics: συνδιαρράπτω Capitals: ΣΥΝΔΙΑΡΡΑΠΤΩ
Transliteration A: syndiarráptō Transliteration B: syndiarraptō Transliteration C: syndiarrapto Beta Code: sundiarra/ptw

English (LSJ)

   A sew together, μυσὶ τοὺς τένοντας Gal.13.601.

Greek Monolingual

Α
συρράπτω κάτι με κάτι άλλο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + διαρράπτω «συναρμολογώ, συρράπτω»].

Greek Monolingual

Α
συρράπτω κάτι με κάτι άλλο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + διαρράπτω «συναρμολογώ, συρράπτω»].