ἱππαΐς

From LSJ
Revision as of 15:41, 1 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

Ὀργὴν ἑταίρου καὶ φίλου πειρῶ φέρειν → Toleres amici et comitis iracundiam → Ertrage nur des Freundes und Gefährten Zorn

Menander, Monostichoi, 442
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἱππᾱΐς Medium diacritics: ἱππαΐς Low diacritics: ιππαΐς Capitals: ΙΠΠΑΪΣ
Transliteration A: hippaḯs Transliteration B: hippais Transliteration C: ippais Beta Code: i(ppai/+s

English (LSJ)

ΐδος, ἡ, hyperdor. for ἱππηΐς, fem. of

   A ἱππικός 1.3, of a knight, πόρπα, i.e. fibula which fastened the trabea of a Roman eques, Epigr.Gr.985.1 (Philae).

Greek (Liddell-Scott)

ἱππαΐς: ΐδος, ἡ, Δωρ. ἀντὶ ἱππηΐς, θηλ., τοῦ ἱππικὸς ΙΙ, Συλλ. Ἐπιγρ. (προσθῆκαι) 4935b.

Greek Monolingual

ἱππαΐς, -ΐδος, ἡ (Α) ίππος
(δωρ. τ. αντί ίππηΐς) επιγρ. φρ. «ἱππαΐς πόρπα» — πόρπη η οποία συγκρατούσε το ιμάτιο Ρωμαίου πολίτη που ανήκε στους ιππείς.