Μαιμακτήρ

Revision as of 09:50, 13 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "*" to "*")

English (LSJ)

ῆρος, ὁ, prop.

   A = Μαιμάκτης: as name of month at Phocaea, Inscr.Prien.64 (ii B. C.).

Greek Monolingual

Μαιμακτήρ, -ῆρος και Μαιμάκτης, ὁ (Α)
ονομασία μήνα στη Φώκαια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μαιμάσσω «λαχταρώ, μαίνομαι, προκαλώ τρόμο» + επίθημα -τήρ].