Μαιμακτήρ

From LSJ

Ὁ δὲ μὴ δυνάμενος κοινωνεῖν ἢ μηδὲν δεόμενος δι' αὐτάρκειαν οὐθὲν μέρος πόλεως, ὥστε θηρίον θεός → Whoever is incapable of associating, or has no need to because of self-sufficiency, is no part of a state; so he is either a beast or a god

Aristotle, Politics, 1253a25
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Μαιμακτήρ Medium diacritics: Μαιμακτήρ Low diacritics: Μαιμακτήρ Capitals: ΜΑΙΜΑΚΤΗΡ
Transliteration A: Maimaktḗr Transliteration B: Maimaktēr Transliteration C: Maimaktir Beta Code: *maimakth/r

English (LSJ)

Μαιμακτῆρος, ὁ, prop. = Μαιμάκτης: as name of month at Phocaea, Inscr.Prien.64 (ii B. C.).

Greek Monolingual

Μαιμακτήρ, -ῆρος και Μαιμάκτης, ὁ (Α)
ονομασία μήνα στη Φώκαια.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < μαιμάσσω «λαχταρώ, μαίνομαι, προκαλώ τρόμο» + επίθημα -τήρ].