καλαμογραφία

From LSJ
Revision as of 16:50, 30 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

μέχρι δὲ τούτου θεοῖσι εἰδέναι χάριν → but until that time he should feel gratitude to the gods

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κᾰλᾰμογρᾰφία Medium diacritics: καλαμογραφία Low diacritics: καλαμογραφία Capitals: ΚΑΛΑΜΟΓΡΑΦΙΑ
Transliteration A: kalamographía Transliteration B: kalamographia Transliteration C: kalamografia Beta Code: kalamografi/a

English (LSJ)

Ep. κᾰλᾰμογραφίη, ἡ,

   A writing with a reed or pen, Man.4.72.

German (Pape)

[Seite 1307] ἡ, das Schreiben mit der Rohrfeder, Han. 4, 72.

Greek Monolingual

καλαμογραφία και καλαμογραφίη, ἡ (Α)
το γράψιμο που γινόταν με τον κάλαμο, με τη γραφίδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κάλαμος + -γραφία (< -γράφος), πρβλ. βιβλιο-γραφία, νομο-γραφία].