προβατεών
From LSJ
Ἐμπειρία γὰρ τῆς ἀπειρίας κρατεῖ → Inscitiam etenim vincit experientia → Erfahrung überwindet Unerfahrenheit
Ἐμπειρία γὰρ τῆς ἀπειρίας κρατεῖ → Inscitiam etenim vincit experientia → Erfahrung überwindet Unerfahrenheit
Full diacritics: προβᾰτεών | Medium diacritics: προβατεών | Low diacritics: προβατεών | Capitals: ΠΡΟΒΑΤΕΩΝ |
Transliteration A: probateṓn | Transliteration B: probateōn | Transliteration C: provateon | Beta Code: probatew/n |
ῶνος, ὁ,
A sheep-pen, Hdn.Epim.113; cf. προβατών.
προβᾰτεών: -ῶνος, ὁ, μάνδρα προβάτων, Ἡρῳδιαν. Ἐπιμ. 113· ― ὡσαύτως προβατών, ῶνος, Ἀρκάδ. 15, 21.
-ώνος, ὁ, Α
βλ. προβατών.