σταυροκόμιστος

From LSJ
Revision as of 19:55, 28 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1")

τύχας ὀνησίμους γαίας ἐξαμβρῦσαιcause happiness to spring forth from the earth

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σταυροκόμιστος Medium diacritics: σταυροκόμιστος Low diacritics: σταυροκόμιστος Capitals: ΣΤΑΥΡΟΚΟΜΙΣΤΟΣ
Transliteration A: staurokómistos Transliteration B: staurokomistos Transliteration C: stavrokomistos Beta Code: stauroko/mistos

English (LSJ)

=

   A furcifer, Gloss.

Greek Monolingual

-ον, Α
ο κατάδικος που έχει κομισθεί, που έχει μεταφερθεί στο σημείο όπου πρόκειται να σταυρωθεί.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σταυρός + κομίζω.