σταυροκόμιστος

From LSJ

φιλοσοφίαν καινὴν γὰρ οὗτος φιλοσοφεῖ → this man adopts a new philosophy

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σταυροκόμιστος Medium diacritics: σταυροκόμιστος Low diacritics: σταυροκόμιστος Capitals: ΣΤΑΥΡΟΚΟΜΙΣΤΟΣ
Transliteration A: staurokómistos Transliteration B: staurokomistos Transliteration C: stavrokomistos Beta Code: stauroko/mistos

English (LSJ)

= furcifer, Glossaria.

Greek Monolingual

-ον, Α
ο κατάδικος που έχει κομισθεί, που έχει μεταφερθεί στο σημείο όπου πρόκειται να σταυρωθεί.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σταυρός + κομίζω.