τραγίαμβος

From LSJ
Revision as of 13:38, 1 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

Εὔχου δ' ἔχειν τι, κἂν ἔχῃς, ἕξεις φίλους → Opta aliquid habeas: qui habet, is et amicos habet → Zu haben wünsche Hast du, hast du Freunde auch

Menander, Monostichoi, 174
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρᾰγίαμβος Medium diacritics: τραγίαμβος Low diacritics: τραγίαμβος Capitals: ΤΡΑΓΙΑΜΒΟΣ
Transliteration A: tragíambos Transliteration B: tragiambos Transliteration C: tragiamvos Beta Code: tragi/ambos

English (LSJ)

[ῐ], ὁ,

   A tragic iambus. Suid. s.v. Ἀπολλόδωρος.

German (Pape)

[Seite 1133] ὁ, der tragische Jambus, Suid.

Greek (Liddell-Scott)

τρᾰγίαμβος: ὁ, ὁ τραγικὸς ἴαμβος, ἦρξε δὲ πρῶτος τῶν καλουμένων τραγιάμβων Σουΐδ. ἐν λ. Ἀπολλόδωρος Ἀσκληπιάδου.

Greek Monolingual

ὁ, Α
ο τραγικός ίαμβος («ἦρξε δὲ πρῶτος τῶν καλουμένων τραγιάμβων», λεξ. Σούδα).
[ΕΤΥΜΟΛ. < τράγος + ἴαμβος.