ἐπάντλημα
From LSJ
Δεινότερον οὐδὲν ἄλλο μητρυιᾶς κακόν → Nulla est noverca pestis exitalior → Kein schlimmres Übel gibt's als eine Stiefmutter
English (LSJ)
ατος, τό,
A fomentation, γαγγραίνης Dsc.2.109.
German (Pape)
[Seite 903] τό, das Daraufgegossene, Dioscor.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπάντλημα: τό, τὸ ἐπαντλεῖν, ἐπιχεῖν, ἐπίχυμα, Διοσκ. 2. 99, 132.