ῥᾴδιον φθείρειν φαρμακεύσεσιν ἢ ἀποτροπαῖς ἢ καὶ κλοπαῖς → easy to spoil by means of sorcery or diverting or theft
ηχτύπημα με τον αγκώνα.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀγκών + κατάλ. -ιά].