προαγωγεύς
From LSJ
Καὶ ζῶν ὁ φαῦλος καὶ θανὼν κολάζεται → Vivisque mortuisque poena instat malis → Der Schlechte wird im Leben und im Tod bestraft
English (LSJ)
έως, ὁ, A = προαγωγός, dub. in D.C.46.6.
Greek (Liddell-Scott)
προαγωγεύς: έως, ὁ, = προαγωγός, Δίων Κ. 46. 6, Ἐκκλ.
Greek Monolingual
ὁ, ΜΑ
βλ. προαγωγέας.