προὖπτος
From LSJ
German (Pape)
[Seite 795] zsgzgn statt πρόοπτος, z. B. Thuc. 5, 99. 111.
Greek (Liddell-Scott)
προὖπτος: -ον, κατὰ κρᾶσιν ἀντὶ τοῦ πρόοπτος.
French (Bailly abrégé)
contr. att. de πρόοπτος.
Greek Monotonic
προὖπτος: -ον, συνηρ. αντί πρόοπτος.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
προὖπτος zie πρόοπτος.