κλεῖτος

From LSJ
Revision as of 13:14, 28 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)

εὐηθείης ἠλιθίου ἀπηλλαγμένον → free from silly foolishness, many removes from folly

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κλεῖτος Medium diacritics: κλεῖτος Low diacritics: κλείτος Capitals: ΚΛΕΙΤΟΣ
Transliteration A: kleîtos Transliteration B: kleitos Transliteration C: kleitos Beta Code: klei=tos

English (LSJ)

εος, τό, poet. for κλέος, Alcm. 96, cf. Hsch. s.v. κλειτή ; κλῆτος, Suid.

German (Pape)

[Seite 1448] τό, Ruhm, Alcm. fr. 85 Bergk.

Greek (Liddell-Scott)

κλεῖτος: τό, ποιητ. ἀντὶ τοῦ κλέος, Ἀλκμὰν 85, πρβλ. Ἡσύχ.· παρὰ Σουΐδ. κλῆτος.

Greek Monolingual

(I)
κλεῑτος, τὸ (Α) κλειτός (Ι)]
(στο λεξ. Σούδα: κλῆτος) ποιητ. τ. αντί κλέος.
(II)
κλεῑτος, και κλίτος, τὸ (Α)
στον πληθ. κλείτεα
κλειτύς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κλίνω. Η λ. εμφανίζει την απαθή βαθμίδα κλει- της ρίζας].