ῥούδιον

From LSJ
Revision as of 12:26, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (36)

Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ῥούδιον Medium diacritics: ῥούδιον Low diacritics: ρούδιον Capitals: ΡΟΥΔΙΟΝ
Transliteration A: rhoúdion Transliteration B: rhoudion Transliteration C: roydion Beta Code: r(ou/dion

English (LSJ)

τό,= κλύσμα πρὸς ῥοῦν γυναικεῖον, Aët.16.64.

German (Pape)

[Seite 849] τό, späte Form statt ῥοίδιον, Lob. zu Phryn. 87.

Greek (Liddell-Scott)

ῥούδιον: τό, μεταγεν. τύπος τοῦ ῥοίδιον, Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. 87, Δουκάγγ.

Greek Monolingual

τὸ, Α
(κατά τον Αέτ.) «κλύσμα πρὸς ῥοῡν γυναικεῑον».
[ΕΤΥΜΟΛ. Συνηρημένος τ. του ῥοείδιον].