τὸ κακὸν δοκεῖν ποτ' ἐσθλὸν τῷδ' ἔμμεν' ὅτῳ φρένας θεὸς ἄγει πρὸς ἄταν → evil appears as good to him whose mind the god is leading to destruction (Sophocles, Antigone 622f.)
βοῶπις (-ιδος), η (Α)
εκείνη που έχει μάτια μεγάλα και στρογγυλά σαν του βοδιού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < βους + ωψ, ωπός «όψη, μάτι, πρόσωπο» (πρβλ. βλοσυρώπις, γλαυκώπις κ.ά.)].