τὸ ἐμόν γ' ἐμοὶ λέγεις ὄναρ → you are telling me what I know already, you are telling me my own dream
ἑξάχους, -ουν και ἑξάχοος, -ον (Α)
αυτός που περιλαμβάνει έξι χόες («λαμβάνειν παρὰ τοῦ γείτονος ἑξάχουν ὑδρίαν», Πλούτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < εξα- < ἕξ (πρβλ. εξάγραμμα) + χους «παλιό αττικό μέτρο ρευστών»].