αττικό

From LSJ

Πολλοὺς τρέφειν εἴωθε τἀδικήματα → Multos consuevit alere iniuria et nefas → Gar viele sind's, die Unrechttun zu nähren pflegt

Menander, Monostichoi, 445

Greek Monolingual

το (AM ἀττικόν)
ψηλό στηθαίο αψίδων και κτηρίων (συνήθως με ανάγλυφες παραστάσεις ή επιγραφές) που χρησιμοποιήθηκε ήδη από τους ελληνιστικούς χρόνους τόσο ως προστασία της στέγης όσο και ως διακοσμητικό στοιχείο.