ἄμεινον γὰρ ἑαυτῷ φυλάττειν τὴν ἐλευθερίαν τοῦ ἑτέρων ἀφαιρεῖσθαι → for it is better to guard one's own freedom than to deprive another of his
-η, -ο (Α εὔπλευρος, -ον)
αυτός που έχει ισχυρές πλευρές
2. αυτός που έχει ισχυρό στήθος και πνευμόνια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + -πλευρος (< πλευρά), πρβλ. ισό-πλευρος, τετρά-πλευρος)].