ᾄδεις ὥσπερ εἰς Δῆλον πλέων → you sing as if you were sailing to Delos
ο
λεπτό έλασμα από μαλακό χάλυβα, καλυμμένο με στρώμα κασσιτέρου, κν. τενεκές.
[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. fer blanc. Η λ. μαρτυρείται από το 1870 στον Γρ. Χαντσερή].