Φίλους ἔχων νόμιζε θησαυροὺς ἔχειν → Tibi si est amicus, esse thesaurum puta → Mit Freunden, glaub es nur, besitzt du einen Schatz
ὁ, Ααυτός που δένει, που συγκολλά τις ψηφίδες μεταξύ τους.[ΕΤΥΜΟΛ. < ψήφος + -δέτης (< δέω), πρβλ. λαιμο-δέτης.