ευάντης

From LSJ
Revision as of 08:50, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

εἰς τὴν ἀγορὰν χειροτονεῖτε τοὺς ταξιάρχους καὶ τοὺς φυλάρχους, οὐκ ἐπὶ τὸν πόλεμον → you elect taxiarchs and phylarchs for the marketplace not for war

Source

Greek Monolingual

εὐάντης, εὔαντες και εὐαντής, -ές (Α)
1. ευκολοσυνάντητος, ευπρόσιτος, ευκολοπλησίαστος
2. ευμενής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + -άντης (πρβλ. εξ-άντης, αν-άντης, προσ-άντης) < θ. -αντ-εσ- < αντ- (πρβλ. άντα, άντην, αντί)].