παρελθέτω ἀπ' ἐμοῦ τὸ ποτήριον τοῦτο → spare me this | let this cup pass from me
ἱστάρχης, ὁ (Α)ο ιστωνάρχης.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἱστός + -άρχης (< ἄρχω), πρβλ. γυμνασι-άρχης, τελετ-άρχης].