τῷ ἄφρονι περιττεύει τὸ πάθος → the stupid man is carried away by passion
-ές (AM ἐμμανής, -ές)μετά μανίας, μανιώδης, παράφορος («θεοῡ πνοιαῑσιν ἐμμανής» — τρελή από θεϊκή έμπνευση).