τετραπλή
From LSJ
Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη. Τὸ δὲ ἡττᾶσθαι αὐτὸν ὑφ' ἑαυτοῦ πάντων αἴσχιστόν τε ἅμα καὶ κάκιστον. → Τo conquer yourself is the first and best victory of all, while to be conquered by yourself is of all the most shameful as well as evil
Greek Monolingual
Α
επίρρ. τετραπλασίως.
[ΕΤΥΜΟΛ. Επίρρ. σχηματισμένο από τη δοτ. του θηλ. τετραπλῆ του επιθ. τετραπλοῡς].