κρυσταλλοειδῶς
From LSJ
σοφόν τοι τὸ σαφές, οὐ τὸ μὴ σαφές → wisdom lies in clarity, not in obscurity | wisdom is shown in clarity, not in obscurity
French (Bailly abrégé)
adv.
comme du cristal.
Étymologie: κρυσταλλοειδής.
Russian (Dvoretsky)
κρυσταλλοειδῶς: наподобие льда, как лед (στερέμνιος Plut.).