Τί γὰρ γένοιτ' ἂν ἕλκος μεῖζον ἢ φίλος κακός; → What wound is greater than a false friend?
adv.comme un mort.Étymologie: νεκρικός.
νεκρικῶς: как у мертвеца: ν. τὴν χροίαν ἔχειν Luc. быть мертвенно-бледным.