τιτανοκτόνος

Revision as of 13:22, 25 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\." to "πρβλ. $2$4.")

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
meurtrier ou destructeur des Titans.
Étymologie: Τιτάν, κτείνω.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που επιφέρει τον θάνατο στους Τιτάνες («ὅπλον... μέγα Τιτανοκτόνον», Βατραχομ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < Τιτᾶνες + -κτονος (< κτόνος < κτείνω), πρβλ. παιδοκτόνος.

Russian (Dvoretsky)

τῑτᾱνοκτόνος: ὁ титаноубиица Batr.