παγκτητικός
From LSJ
ἡ κέρκος τῇ ἀλώπεκι μαρτυρεῖ → you can tell a fox by its tail, small traits give the clue to the character of a person
English (LSJ)
ή, όν, A offull ownership, κυρεία Inscr.Perg.245 C46.
Greek Monolingual
παγκτητικός, -ή, -όν (Α)
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην παντελή κατοχή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + κτητικός (< κτητός < κτῶμαι].