πεντορκία
From LSJ
Σοφῷ παρ' ἀνδρὶ (Σοφοῦ παρ' ἀνδρὸς) πρῶτος εὑρέθη λόγος → Apud sapientem inventa est ratio primitus → Bei einem weisen Mann fand man zuerst Vernunft
English (LSJ)
ἡ, A oath by five gods, IG 9(1).333.16 (Locr., v B. C.).
Greek (Liddell-Scott)
πεντορκία: ἡ, Ἐπιγρ. Λοκρική, ἔκδ. Ἰω. Οἰκ. Κατὰ τὸν ἐκδ. σημαίνει ἡ λέξις ὅρκον, καθ’ ὃν οἱ ὁρκιζόμενοι ἐπεκαλοῦντο πέντε θεούς, πρβλ. Hicks σ. 31, 17.
Greek Monolingual
ἡ, Α
το να ορκίζεται κανείς σε πέντε θεούς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντ- (βλ. πεντα-) + -ορκία (< -ορκος < ὅρκος)].