φελλίον

From LSJ
Revision as of 13:54, 31 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν → love your neighbor as yourself, thou shalt love thy neighbour as thyself, love thy neighbour as thyself

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φελλίον Medium diacritics: φελλίον Low diacritics: φελλίον Capitals: ΦΕΛΛΙΟΝ
Transliteration A: phellíon Transliteration B: phellion Transliteration C: fellion Beta Code: felli/on

English (LSJ)

τό, A = φελλεύς 1, X.Cyn.5.18 (pl.).

German (Pape)

[Seite 1260] τό, gew. im plur., = φελλεύς; Xen. Cyn. 4, 18; Tim. lex. Plat. φελλία, χωρία λεπτόγεια.

Greek (Liddell-Scott)

φελλίον: τό, φελλίς, ίδος, ἡ, ἴδε ἐν λ. φελλεύς.

Greek Monolingual

τὸ, τ. πληθ. και φελλέα, τὰ, Α
(κυρίως στον πληθ.) τὰ φελλία και φελλέα
πετρώδεις τόποι.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. της λ. φελλεύς, με κατάλ. -ίον].

Greek Monotonic

φελλίον: τό, = φελλεύς, σε Ξεν.

Russian (Dvoretsky)

φελλίον: τό Xen. = φελλεύς.

Middle Liddell

φελλίον, ου, τό, = φελλεύς, Xen.]