ἀντεπινοέω
From LSJ
Ὁ θάνατος οὐθὲν πρὸς ἡμᾶς, ἐπειδήπερ ὅταν μὲν ἡμεῖς ὦμεν, ὁ θάνατος οὐ πάρεστιν, ὅταν δὲ ὁ θάνατος παρῇ, τόθ' ἡμεῖς οὐκ ἐσμέν. → Death is nothing to us, since when we are, death has not come, and when death has come, we are not.
English (LSJ)
A devise in turn, Ael.NA6.23, J.AJ10.8.1: c. inf., App.BC4.109.
German (Pape)
[Seite 247] dagegen aussinnen, Ael. H. A. 6, 23; Ios.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντεπινοέω: ἐπινοῶ καὶ ἐγὼ ἀφ’ ἑτέρου, Αἰλ. π. Ζ. 6. 23, Ἰωσήπ. Ἀρχ. Ἰ. 10. 8, 1.
French (Bailly abrégé)
-ῶ :
imaginer à son tour ou par contre.
Étymologie: ἀντί, ἐπινοέω.
Spanish (DGE)
idear, imaginar contra κοῖλα ὑποδήματα contra los escorpiones, Ael.NA 6.23, ἀντιμηχανήματα πρὸς πάντα τὰ παρ' ἐκείνων I.AI 10.132, c. inf. ἀποτεμέσθαι τὰ φρούρια τὸν Ἀντώνιον App.BC 4.109.