γαλαξήεις
English (LSJ)
εσσα, εν, = γαλαξαῖος (milky, milk-white), ῥέεθρα v.l. Nonn. D. 22.18.
German (Pape)
[Seite 471] εσσα, εν, milchweiß, Nonn. D. 22, 18.
Greek (Liddell-Scott)
γᾰλαξήεις: εσσα, εν, λευκὸς ὡς τὸ γάλα, ῥέεθρα Νόνν. Δ. 22. 18.
Spanish (DGE)
(γᾰλαξήεις) -εσσα, -εν blanco como la leche ῥέεθρα Nonn.D.22.18.
Greek Monolingual
γαλαξήεις, -εσσα, -εν (Α)
ο γαλαξαίος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αναλογικός σχηματισμός προς τα γαλαξίας, Γαλάξια, παράγωγα της λ. γάλα.