ἔγκλυσμα
From LSJ
Άνδρα μοι ἒννεπε, Μούσα, πολὺτροπον, ... → Tell me, o Muse, of that ingenious hero, ... (Homer's Odyssey)
English (LSJ)
ατος, τό, injection, clyster, Id.4.3, al.
German (Pape)
[Seite 708] τό, die Einspritzung, das Klystier, Medic.
Greek (Liddell-Scott)
ἔγκλυσμα: τό, πλύσις ἐσωτερική, κλύσμα, μνημονεύεται ἐκ τοῦ Διοσκ.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
enema, lavativa Dsc.4.3, Orib.50.2, θεραπεύειν αὐτὸ ἐγκλύσμασι καὶ φλεβοτομίαις Hippiatr.98.2.