espontáneamente
From LSJ
Ἴσον θεῷ σου τοὺς φίλους τιμᾶν θέλε → Honora amicos tamquam honorares deos → Verehre willig deine Freunde Göttern gleich
Spanish > Greek
αὐθόρμητος, ἔμψυχος, ἀδίδακτος, ἐνδιάθετος, αὐτοματισμός, αὐτοφυής, ἀποίητος, ἐθελούσιος, ἑκούσιος, ἐθελοντής, ἀκατάσκευος, ἐθελοντί, ἐθελοντηδόν