νοοπλήξ

From LSJ
Revision as of 16:31, 22 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)

Λόγος εὐχάριστος χάριτός ἐστ' ἀνταπόδοσις → Es sermo gratus pro relata gratia → Ein gutes Wort ist Dank für eine gute Tat

Menander, Monostichoi, 330
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νοοπλήξ Medium diacritics: νοοπλήξ Low diacritics: νοοπλήξ Capitals: ΝΟΟΠΛΗΞ
Transliteration A: nooplḗx Transliteration B: nooplēx Transliteration C: noopliks Beta Code: nooplh/c

English (LSJ)

ῆγος, ὁ, ἡ, = νοόπληκτος (palsying the mind), ἀτασθαλίαι Tryph. 275.

Greek (Liddell-Scott)

νοοπλήξ: -ῆγος, ὁ, ἡ, = τῷ προηγ., Τρυφιόδ. 275.

Greek Monolingual

νοοπλήξ, -ῆγος, ὁ και ἡ (Α)
νοόπληκτος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νόος / νοῦς + πλήξ, -ῆγος (< πλήσσω), πρβλ. κυματο-πλήξ, λινο-πλήξ].