μεσαίτερος
From LSJ
Ἡ γὰρ σιωπὴ μαρτυρεῖ τὸ μὴ θέλειν → Hominem non velle significat silentium → Das Schweigen zeugt davon, dass der, der schweigt, nicht will
French (Bailly abrégé)
α, ον :
Cp. de μέσος.
Greek Monolingual
μεσαίτερος, -έρα, -ον (Α)
συγκριτ. τ. του μέσος (ἔν τε τῷ μέσῳ ἄλλα μεσαίτερα τοῦ μέσου», Πλάτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. μεσος (για τη μορφή μεσαι
βλ. μεσο-) + κατάλ. συγκρ. -τερος (πρβλ. παλαίτερος)].
Russian (Dvoretsky)
μεσαίτερος: compar. к μέσος.