παλιμπράτης

From LSJ
Revision as of 14:24, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

Μηδέν ποτε κοινοῦ τῇ γυναικὶ χρήσιμον → Utile communicato mulieri nihil → Nie teile etwas Wertvolles mit deiner Frau

Menander, Monostichoi, 361
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πᾰλιμπράτης Medium diacritics: παλιμπράτης Low diacritics: παλιμπράτης Capitals: ΠΑΛΙΜΠΡΑΤΗΣ
Transliteration A: palimprátēs Transliteration B: palimpratēs Transliteration C: palimpratis Beta Code: palimpra/ths

English (LSJ)

[πρᾱ], ου, ὁ, = παλιγκάπηλος, Socr.Ep.1.1.

Greek (Liddell-Scott)

πᾰλιμπράτης: [ᾱ], -ου, ὁ, = παλιγκάπηλος, Σωκρ. Ἐπιστολ. 1.

Greek Monolingual

παλιμπράτης, ὁ (Α)
μεταπράτης, μεταπωλητής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πάλιν + -πράτης (< πράτης < πιπράσκω «πουλώ»), πρβλ. μεταπράτης.