πράτης

From LSJ

Ὁ μὴ γαμῶν ἄνθρωπος οὐκ ἔχει κακά → Multis malis caret ille, qui uxorem haud habet → Der Mann, der ledig bleibt, kennt keinen Leidensdruck

Menander, Monostichoi, 437
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πρᾱτης Medium diacritics: πράτης Low diacritics: πράτης Capitals: ΠΡΑΤΗΣ
Transliteration A: prátēs Transliteration B: pratēs Transliteration C: pratis Beta Code: pra/ths

English (LSJ)

πράτου, ὁ, = πρατήρ, Is.Fr.167, Hyp.Fr.163, POxy.1454.2, 10 (ii A. D.), etc.

German (Pape)

[Seite 696] ὁ, = πρατήρ, Isae. u. Hyperid. b. Poll. 7, 8.

Russian (Dvoretsky)

πράτης: ου (ᾱ) ὁ Isae. = πρατήρ.

Greek (Liddell-Scott)

πράτης: -ου, ὁ, = πρᾱτήρ, Ἰσαῖος καὶ Ὑπερείδης παρὰ Πολυδ. Ζ΄, 8. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 536.

Greek Monolingual

ὁ, Α
πρατήρ.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. έχει σχηματιστεί από τη δισύλλαβη ρίζα περᾱ- του πέρνημι (με μηδενισμένο το πρώτο και απαθές το δεύτερο φωνήεν, πρβλ. πι-πρᾱ-σκω) + επίθημα -της].