ὁμοιοτρόπως
From LSJ
μοχθεῖν τε βροτοῖσ(ιν) άνάγκη → and you mortals must endure trouble (Euripides' Hippolytus 208)
French (Bailly abrégé)
adv.
de la même manière que, τινι.
Étymologie: ὁμοιότροπος.
Russian (Dvoretsky)
ὁμοιοτρόπως: сходным образом, так же точно (ὁ. τινί Thuc., Plut.).