μηδέ μοι ἄκλαυστος θάνατος μόλοι, ἀλλὰ φίλοισι καλλείποιμι θανὼν ἄλγεα καὶ στοναχάς → may death not come to me without tears, but when I die may I leave my friends with sorrow and lamentation
ὁποσάπους, -ουν (Α)
(σε πλάγ. ερώτ.) πόσων ποδών ως προς το μήκος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὁπόσος + πούς, ποδός (πρβλ. οκτά-πους)].