ουρανοβάμων

From LSJ
Revision as of 12:11, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (30)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ποίαν παρεξελθοῦσα δαιμόνων δίκην; (Sophocles, Antigone 921) → What law of the gods have I transgressed?

Source

Greek Monolingual

ο, η (ΑΜ οὐρανοβάμων, -ονος)
αυτός που περπατά στον ουρανό, που βρίσκεται πιο ψηλά από τα επίγεια («ὁ οὐρανοβάμων Παῡλος»)
νεοελλ.
μτφ. αιθεροβάμων, φαντασιοκόπος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ουρανο- + -βάμων (< βαίνω), πρβλ. αιθερο-βάμων].