ἐν ταῖς ἀνάγκαις χρημάτων κρείττων φίλος → it is better in times of need to have friends rather than money, a friend in need is a friend indeed (Menander, Sententiae monostichoi 143)
ο, Ν
1. αυτός που αφαιρεί με πνιγμό τη ζωή κάποιου
2. μτφ. μέλος συμμορίας, ληστής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πνίγω + κατάλ. -άρης (πρβλ. λυσσ-άρης)].