ἐπιμερής

From LSJ
Revision as of 09:29, 18 September 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "ἀριθμὸς" to "ἀριθμὸς")

Μή μοι γένοιθ', ἃ βούλομ', ἀλλ' ἃ συμφέρει → Ne sit mihi, quod cupio, sed quod expedit → nicht was ich will, geschehe mir, doch was mir nützt

Menander, Monostichoi, 366
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπιμερής Medium diacritics: ἐπιμερής Low diacritics: επιμερής Capitals: ΕΠΙΜΕΡΗΣ
Transliteration A: epimerḗs Transliteration B: epimerēs Transliteration C: epimeris Beta Code: e)pimerh/s

English (LSJ)

ές, superpartient, of numbers of the form 1+2/x, 1+3/x, etc., Theo Sm.p.76H., Nicom.Ar.1.17, al.; cf. ἐπιμόριος.

German (Pape)

[Seite 962] ές, das Ganze u. mehrere Theile enthaltend, Nicom. arithm. 1, 20, z. B. 1⅔; λόγος, das Verhältniß 5: 3. Vgl. ἐπιμόριος.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπιμερής: ἐς, «ἐπιμερής· ἀριθμὸς οὕτω λέγεται, ὅταν ὁ μείζων τοῦ ἐλάττονος ὑπερέχῃ μέρει τινὶ» Ἡσύχ., ἴδε ἐπιμόριος.

Greek Monolingual

-ές (Α ἐπιμερής, -ές)
αριθμός που περιέχει ακέραιο και κλάσμα
νεοελλ.
φρ. «επιμερής λόγος» — αρμονικός λόγος συμφωνιών του οποίου ο μείζων όρος περιέχει τον ελάσσονα και μέρη του (5:3, 8:5, 4:3).