καταπαλτός
From LSJ
οἷς πρόθεσίς ἐστιν ἀδικεῖν, παρ' αὐτοῖς οὐδὲ δικαία ἀπολογία ἰσχύει → not even a just excuse means anything to those bent on injustice | the tyrant will always find a pretext for his tyranny | any excuse will serve a tyrant
English (LSJ)
ή, όν, hurled down, ἐξ αἰθέρος ὕδωρ A.ap.Aristid.Or. 36(48).53.
Greek Monolingual
καταπαλτός, -ή, -όν (Α) καταπάλλομαι
αυτός που εκτινάχθηκε, που εκσφενδονίστηκε με καταπέλτη.