ῥούδιον
From LSJ
Γυναιξὶ πάσαις κόσμον ἡ σιγὴ φέρει → Decus affert omni mulieri silentium → Es bringt das Schweigen Zierde einer jeden Frau
English (LSJ)
τό,= κλύσμα πρὸς ῥοῦν γυναικεῖον, Aët.16.64.
German (Pape)
[Seite 849] τό, späte Form statt ῥοίδιον, Lob. zu Phryn. 87.
Greek (Liddell-Scott)
ῥούδιον: τό, μεταγεν. τύπος τοῦ ῥοίδιον, Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. 87, Δουκάγγ.
Greek Monolingual
τὸ, Α
(κατά τον Αέτ.) «κλύσμα πρὸς ῥοῦν γυναικεῖον».
[ΕΤΥΜΟΛ. Συνηρημένος τ. του ῥοείδιον].